Αγώνες Live

Τρίτη 16 Δεκεμβρίου 2014

Γιατί πέφτει το πετρέλαιο?



Ο A. Einstein έλεγε πως ο Θεός δεν παίζει ζάρια - εννοώντας ότι όλα έχουν τη λογική τους και προβλέπονται, εάν έχει κανείς τις απαιτούμενες γνώσεις. 

Αργότερα όμως ο ισχυρισμός του αμφισβητήθηκε τεκμηριωμένα, με την είσοδο των πιθανοτήτων στη θεμελιώδη φυσική - όπου ουσιαστικά αποδείχθηκε ότι «ο Θεός παίζει ζάρια», πως τα πάντα μπορούν δυστυχώς να συμβούν δηλαδή, εάν συγκλίνουν ορισμένες προϋποθέσεις. 

Σε κάθε περίπτωση, τα σχέδια των ανθρώπων ελάχιστες φορές οδηγούν στα αποτελέσματα που επιδιώκονται - γεγονός που συμπεραίνεται, μεταξύ άλλων, από την εξέλιξη του πετρελαϊκού πολέμου. 

Ειδικότερα οι Η.Π.Α., έχοντας στόχο να αποδυναμώσουν τη Ρωσία, αποφάσισαν να στοχεύσουν στο αδύναμο σημείο της - στην Αχίλλειο πτέρνα της δεύτερης μεγαλύτερης στρατιωτικής δύναμης παγκοσμίως, η οποία αμφισβήτησε την ηγεμονία τους τόσο σε γεωπολιτικό, όσο και σε οικονομικό επίπεδο (δολάριο, χρηματοπιστωτικό σύστημα). 
 
Έτσι ξεκίνησαν να χειραγωγούν τις τιμές του πετρελαίου, με τη βοήθεια της Σαουδικής Αραβίας, καθώς επίσης με την ισχυρή ανατίμηση του δολαρίου, ώστε να μην διακινδυνεύσει η ηγεμονική θέση του στις συναλλαγές ενέργειας (πετροδολάριο). 

Η Σαουδική Αραβία φαίνεται πως συμμετείχε στο σχέδιο, για την εξυπηρέτηση των δικών της συμφερόντων, όσον αφορά τις γεωπολιτικές ανακατατάξεις στη Μέση Ανατολή - κυρίως για να αντιμετωπίσει την αυξανόμενη ισχύ του «Αραβικού Χαλιφάτου» (ISIS), το οποίο χρηματοδοτεί τις ενέργειες του με τη βοήθεια της «κλοπής» και πώλησης του πετρελαίου, σε φθηνές τιμές (ενδεχομένως με τη βοήθεια της Τουρκίας, η οποία φαίνεται ξαφνικά να αρνείται την κατασκευή του αγωγού που συμφωνήθηκε με τη Ρωσία). 

Στη συνέχεια όμως φάνηκε πως η Σαουδική Αραβία είχε «δεύτερες σκέψεις» - επιδιώκοντας να καταπολεμήσει τον ανταγωνισμό της σχιστολιθικής βιομηχανίας εξόρυξης πετρελαίου των Η.Π.Α., με τη βοήθεια της μείωσης των τιμών σε επίπεδα χαμηλότερα του κόστους των αμερικανικών εταιρειών. 

Με δεδομένη δε την προβληματική χρηματοδότηση τους με ομόλογα υψηλού κινδύνου (Junk Bonds), οι τιμές των μετοχών τους κατέρρευσαν, παρασέρνοντας σε κάποιο βαθμό και τα διεθνή χρηματιστήρια - ενώ είναι πολύ πιθανόν να προκληθούν μεγάλα προβλήματα στις τράπεζες που δανείζουν τις συγκεκριμένες εταιρείες. 

Περαιτέρω, οι χαμηλές τιμές του πετρελαίου, σε συνδυασμό με την παγκόσμια ύφεση, μείωσαν τα έσοδα, τις εισπράξεις καλύτερα, όλων των χωρών που εξάγουν πετρέλαιο - της Ρωσίας, της Μέσης Ανατολής, του Ιράν, της Αυστραλίας, της Νορβηγίας, του Καναδά, της Βενεζουέλας, της Νιγηρίας κοκ. Ως εκ τούτου, ξεκίνησε ένας πόλεμος μεταξύ τους, με στόχο τη διασφάλιση των ποσοτήτων εξαγωγής της εκάστοτε χώρας - οπότε το μερίδιο της στη διεθνή αγορά.

Για παράδειγμα, η Νιγηρία προμήθευε από το 1970 τα αμερικανικά διυλιστήρια με υψηλής αξίας πετρέλαιο - όπου ακόμη και το 2010 εξήγαγε στη χώρα καθημερινά 1.000.000 βαρέλια με δεξαμενόπλοια. Μετά την έκρηξη όμως της παραγωγής σχιστολιθικού αερίου, οι ποσότητες άρχισαν να μειώνονται ραγδαία - φτάνοντας στον Ιούλιο του 2014, όπου οι εξαγωγές της Νιγηρίας στις Η.Π.Α. μηδενίσθηκαν. 

Έτσι η αφρικανική χώρα αναγκάσθηκε να επεκταθεί σε άλλες αγορές, όπως στην Ινδονησία, στην Ινδία και στην Κίνα - σε πελάτες δηλαδή των χωρών της Μέσης Ανατολής και κυρίως της Σαουδικής Αραβίας. Προκλήθηκε λοιπόν ένας πόλεμος για την εξασφάλιση των μεριδίων αγοράς, ο οποίος δημιούργησε προβλήματα στον OPEC, ενώ θα μπορούσε να αλλάξει εντελώς την παγκόσμια αγορά πετρελαίου. 

Τα πρώτα αποτελέσματα αυτού του πολέμου, μετά από την πτώση της τιμής του πετρελαίου την Παρασκευή στο χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων ετών, καθώς επίσης μετά τις προβλέψεις της διεθνούς οργάνωσης ενέργειας (IEA), όσον αφορά την παγκόσμια ζήτηση, να μειώνονται για 5η συνεχή φορά μέσα σε έξι μήνες, διαπιστώθηκαν ξανά χθες στα αραβικά χρηματιστήρια - στα οποία οι τιμές των μετοχών εξελίχθηκαν έντονα αρνητικά

Περαιτέρω, επειδή οι αγορές θεώρησαν εύλογα τις χαμηλότερες προβλέψεις κατανάλωσης πετρελαίου ως προειδοποίηση μίας παγκόσμιας ύφεσης, οδήγησαν σε απώλειες τους δείκτες των χρηματιστηρίων - με τον αμερικανικό Dow Jones να γράφει ζημίες -1,8% (τη μεγαλύτερη εβδομαδιαία ποσοστιαία μείωση των τελευταίων τριάντα ετών). 

Ο παγκόσμιος οργανισμός ενέργειας πρόβλεψε τον Ιούνιο ότι, η αύξηση της ζήτησης το 2015 θα περιορισθεί κατά 800.000 βαρέλια ημερησίως - ενώ η ποσότητα εξόρυξης των Η.Π.Α. το ίδιο έτος, θα αυξηθεί κατά 1.500.000 βαρέλια. Επομένως, από τη συγκεκριμένη οπτική γωνία, δεν είναι μη αιτιολογημένη η πτώση της τιμής από τα 110 δολάρια στα 62 πρόσφατα - ενώ η Bank of America εκτίμησε πως θα συνεχισθεί η καθοδική πορεία της τιμής του αμερικανικού πετρελαίου, κάτω από τα 50 $ ανά βαρέλι. 

Μία από τις αιτίες της συγκεκριμένης εξέλιξης φαίνεται στο παράδειγμα μίας μικρής περιοχής του Τέξας, μεταξύ του San Antonio και των συνόρων του με το Μεξικό - όπου, μετά την ανακάλυψη ενός σχιστολιθικού κοιτάσματος το 2008, οι ποσότητες εξόρυξης ανήλθαν στα 4,7 εκ. βαρέλια (πηγή: WSJ). 

Στη συνέχεια, ως αποτέλεσμα της ανάπτυξης της παγκόσμιας οικονομίας τα έτη 2009 και 2010, αυξήθηκε η ζήτηση πετρελαίου - γεγονός που έκανε συμφέρουσα την αναζήτηση νέων πηγών. Έτσι, τόσο στη συγκεκριμένη περιοχή, όσο και σε πολλές άλλες, ξεκίνησε ένας αγώνας δρόμου, ο οποίος οδήγησε στην εξεύρεση και εξόρυξη τεραστίων ποσοτήτων πετρελαίου - όπου μόνο στο ανατολικό Τέξας έχουν τοποθετηθεί περίπου 200 «αντλίες», οι οποίες τρυπούν όλο και πιο βαθιά το έδαφος. 

Διπλασιάστηκαν λοιπόν στην παραπάνω μικρή περιοχή οι ποσότητες, φτάνοντας στα 8,9 εκ. βαρέλια από 4,7 εκ. προηγουμένως - κάτι που συνέβη σε πολλά άλλα μέρη, όταν την ίδια χρονική περίοδο οι Η.Π.Α. καταναλώνουν όλο και λιγότερο πετρέλαιο, ενώ οι εξαγωγές του ήταν ουσιαστικά αδύνατες, με βάση τη νομοθεσία του 1970. 

Τα μεγάλα διυλιστήρια αντικατέστησαν ως εκ τούτου τις εισαγωγές τους από τη Νιγηρία, την Αλγερία, την Αγκόλα, τη Βραζιλία κοκ., αγοράζοντας από τις εγχώριες βιομηχανίες - με εξαίρεση τον Καναδά, από τον οποίο συνεχίζουν να εισάγουν. 



Ο OPEC 

Τον Αύγουστο του 2008 οι χώρες του OPEC εξήγαγαν στις Η.Π.Α. 180,6 εκ. βαρέλια - μία ποσότητα που περιορίσθηκε δραματικά το Σεπτέμβρη του 2014, στα μόλις 87 κ. Αυτό σημαίνει ότι περί τα 100 πετρελαιοφόρα, τα οποία έφταναν στις Η.Π.Α. καθημερινά, πρέπει να οδηγηθούν σε άλλες χώρες. 

Εν τούτοις, σύμφωνα με τις προβλέψεις των αναλυτών στις αρχές του 2014, η παγκόσμια ζήτηση θα αυξανόταν κατά 1,4 εκ. βαρέλια στα 92,7 κ. συνολικά - οπότε δεν υπήρχε λόγος σημαντικής μείωσης των τιμών. Επρόκειτο όμως για μία απολύτως λανθασμένη εκτίμηση - ενώ την ίδια εποχή οι ισοτιμίες των νομισμάτων πολλών αναπτυσσομένων και αναδυομένων οικονομιών άρχισαν να υποτιμώνται απέναντι στο δολάριο, με αποτέλεσμα να γίνεται ακριβότερο το πετρέλαιο, στα δικά τους νομίσματα. 

Παράλληλα, πολλές ασιατικές χώρες μείωσαν σημαντικά τις επιδοτήσεις των καυσίμων, τις οποίες παρείχαν στους πολίτες τους, για να περιορίσουν τις δημόσιες δαπάνες τους, έτσι ώστε να μπορούν να δανείζονται με βιώσιμα επιτόκια από τις αγορές - οπότε μειώθηκε η κατανάλωση πετρελαίου στο εσωτερικό τους. 

Σε τελική ανάλυση λοιπόν, η αύξηση της προσφοράς, σε συνδυασμό με τη μείωση της ζήτησης, πίεσε τις τιμές προς τα κάτω - κάτι που θα είχε ήδη συμβεί από το καλοκαίρι, εάν δεν υπήρχε ο φόβος των αναταραχών στη Μέση Ανατολή. 

Οι επόμενες εξελίξεις 

Τέλη Ιουλίου η αμερικανική κυβέρνηση ενέκρινε για πρώτη φορά μετά το 1970 τις εξαγωγές πετρελαίου - ξεκινώντας ουσιαστικά τον πόλεμο εναντίον της Ρωσίας. Αν και επρόκειτο για μία εξαίρεση του κανόνα και όχι για έναν καινούργιο, οι αγορές κατάλαβαν πως οι Η.Π.Α. όχι μόνον δεν εισάγουν λιγότερο πετρέλαιο, αλλά αρχίζουν και να εξάγουν - με αποτέλεσμα να ξεκινήσει η πτώση των τιμών. 

Την ίδια εποχή η Λιβύη ανήγγειλε την επαναλειτουργία δύο εξαγωγικών σταθμών, οι οποίοι ήταν κλειστοί για περισσότερο από ένα έτος - με αποτέλεσμα να ξεκινήσουν οι εξαγωγές της προς την Ευρώπη, εις βάρος της Νιγηρίας η οποία, χάνοντας τις Η.Π.Α. ως πελάτη και μη βρίσκοντας αντίστοιχους στην ΕΕ, αναγκάσθηκε να καλύψει τις ποσότητες εξάγοντας στην Κίνα. 

Η Σαουδική Αραβία όμως ήθελε να εμποδίσει τη Νιγηρία να συνάψει στενές σχέσεις με τα διυλιστήρια της Ασίας - με αποτέλεσμα να μειώσει τις τιμές της ειδικά εκεί, ακολουθούμενη από το Ιράν και το Κουβέιτ με μία μικρή καθυστέρηση. 

Δύο εβδομάδες αργότερα η IEA μείωσε ξανά τις προβλέψεις της, ανακοινώνοντας μία αύξηση της τάξης των 200.000 βαρελιών μόλις, στα 700.000 βαρέλια - στο μισό δηλαδή, σε σύγκριση με τις αρχές του έτους, με αποτέλεσμα να ακολουθήσει η πρώτη μεγάλη πτώση της τιμής, η οποία συνεχίστηκε κατά τη διάρκεια όλου σχεδόν του Οκτωβρίου. 

Όλοι λοιπόν περίμεναν το συνέδριο του OPEC, ο οποίος συνήθως αποφάσιζε τον περιορισμό της εξόρυξης πετρελαίου, με στόχο τη σταθεροποίηση της τιμής του - κάτι που όμως δεν συνέβη αυτή τη φορά, επειδή τα περισσότερα μέλη του δεν ήθελαν να περιορισθούν οι εισπράξεις τους, λόγω του ότι με αυτές χρηματοδοτούν τα πλουσιοπάροχα κοινωνικά προγράμματα που έχουν υιοθετήσει στις χώρες τους. 

Η Σαουδική Αραβία τώρα, η οποία είχε κακές εμπειρίες από τις αποφάσεις μείωσης της εξόρυξης, επειδή αυτή τις τηρούσε ενώ τα περισσότερα άλλα κράτη δεν το έκαναν, αποσπώντας της μερίδια αγοράς, δεν επέμενε - πόσο μάλλον όταν η Κολομβία, καθώς επίσης η Νιγηρία, προσπαθούν να της αποσπάσουν μερίδια από την Κίνα, έχοντας χάσει την παραδοσιακή τους εξαγωγική αγορά, τις Η.Π.Α. 

Τα θετικά και αρνητικά της πτώσης των τιμών του πετρελαίου 

Για τις χώρες εισαγωγής πετρελαίου η πτώση της τιμής του είναι φυσικά πάρα πολύ καλή - αφού μειώνονται οι δαπάνες τους, οπότε εξελίσσεται θετικότερα το εμπορικό τους ισοζύγιο. Όσον αφορά τα δημόσια έσοδα βέβαια, με δεδομένο το ότι οι φόροι επί της τιμής του πετρελαίου περιορίζονται σε απόλυτο μέγεθος (ειδικά σε χώρες όπως η Ελλάδα, η οποία φορολογεί το πετρέλαιο περισσότερο), μειώνονται, εάν δεν αυξηθεί η κατανάλωση - οπότε δημιουργούνται κενά, τα οποία πρέπει να αναπληρωθούν. 

Για τις χώρες εξαγωγής, κυρίως για αυτές που έχουν υψηλό κόστος εξόρυξης, όπως το Ιράν (γράφημα), ή μεγάλη εξάρτηση της οικονομίας τους από το πετρέλαιο, όπως η Ρωσία, η κατάσταση είναι εντελώς αντίθετη - με τη Ρωσία να επιβαρύνεται διπλά, λόγω των κυρώσεων που της έχουν επιβληθεί. Εάν δε ενταθούν οι κυρώσεις εκ μέρους των Η.Π.Α., όπως έχει ήδη αποφασισθεί, χωρίς όμως να έχει ακόμη υπογράψει την απόφαση ο αμερικανός πρόεδρος, τότε η Ρωσία ίσως εξωθηθεί στα άκρα - πόσο μάλλον όταν η απομόνωση της θυμίζει τη Γερμανία, λίγο πριν από το ξέσπασμα του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου.

Τέλος, ένα από τα αρνητικά της μείωσης της τιμής του πετρελαίου είναι η διεξαγωγή επενδύσεων - οι οποίες θα μειωθούν, με αποτέλεσμα κάποια στιγμή στο μέλλον να εκτοξευθεί ξανά στα ύψη η τιμή του, όταν θα έχουν περιορισθεί σημαντικά οι ποσότητες εξόρυξης. 

Ολοκληρώνοντας, έχουμε την άποψη ότι κανένας πόλεμος δεν είναι θετικός για τον πλανήτη. Επομένως, ούτε ο σημερινός πετρελαϊκός, ο οποίος μπορεί να μας προκαλέσει μία σειρά προβλημάτων που ούτε καν φανταζόμαστε - να έχουμε δηλαδή άσχημες εκπλήξεις, τις οποίες δεν μπορεί κανείς να προβλέψει. 

Υστερόγραφο: 

Πανικός στη Μόσχα 


Μέσα στη νύχτα η κεντρική τράπεζα της Ρωσίας, εντελώς απρόσμενα, αύξησε το βασικό της επιτόκιο κατά 6,5%, από το 10,5% στο 17%, για να σταματήσει την κατάρρευση του ρουβλίου - το οποίο χθες υπέστη τρομακτικές απώλειες που ξεπέρασαν το 13%. 

Τα 100 ρούβλια δηλαδή έγινα σε χρόνο μηδέν 87, ενώ εντός ενός έτους κάτω από 50 - με τη χώρα, παρά την ισχύ και τον πλούτο της, να μην μπορεί να υπερασπισθεί την ισοτιμία του νομίσματος της. 

Μετά την υπερβολική αύξηση των βασικών επιτοκίων, τη μεγαλύτερη από το 1998, όπου η χώρα προσπαθούσε ανεπιτυχώς να αποφύγει τη χρεοκοπία, το ρούβλι κέρδισε 9% απέναντι στο δολάριο - συνεχίζοντας όμως σήμερα ξανά την ξέφρενη πτωτική του πορεία. 

Η ενέργεια αυτή τεκμηριώνει τον πανικό της κεντρικής τράπεζας, ενώ αναδεικνύει τις δυσκολίες ενός νομίσματος να διατηρήσει την ισοτιμία του, όταν δέχεται τη μαζική επίθεση της αγέλης των κερδοσκόπων - ενός από τα βασικότερα όπλα των Η.Π.Α., όταν διεξάγουν έναν οικονομικό πόλεμο εναντίον κάποια χώρας. 

Το δραστικό μέτρο για την υποστήριξη του ρουβλίου αιτιολογήθηκε από την κεντρική τράπεζα ως αναπόφευκτο, για τον περιορισμό του αυξημένου ρίσκου της υποτίμησης και του πληθωρισμού - ενώ πρόκειται για την 6η αύξηση των επιτοκίων εντός ενός μόνο έτους. Η ισοτιμία διαμορφώθηκε αμέσως στα 60 $ από 67,14 $ προηγουμένως, έχοντας όμως ήδη ξεπεράσει τα 66 $ - γεγονός που σημαίνει ότι, συνεχίζει να ευρίσκεται στο μάτι του κυκλώνα. 

Υπενθυμίζουμε πως η κεντρική τράπεζα της Ρωσίας έχει διαθέσει ήδη περί τα 90 δις $ από τα συναλλαγματικά της αποθέματα για να στηρίξει το ρούβλι, χωρίς καμία επιτυχία - κάτι που θυμίζει την επίθεση του G. Soros εναντίον της βρετανικής στερλίνας το 1992, η οποία υποτιμήθηκε, με τα οφέλη για τον κερδοσκόπο να υπερβαίνουν το 1 δις $. 

Ο πόλεμος του πετρελαίου 


Η κατάρρευση της ισοτιμίας του ρουβλίου είναι στενά συνδεδεμένη με την πτώση της τιμής του πετρελαίου, στα πλαίσια του πολέμου που διεξάγεται (άρθρο) - μία πτώση που συνεχίζεται και σήμερα, όπου το ένα βαρέλι του ευρωπαϊκού τύπου «Brent» πλησίασε τα 60 $, μετά τις απογοητευτικές ανακοινώσεις των οικονομικών μεγεθών της Κίνας. 

Η σχέση της ισοτιμίας του ρουβλίου με το πετρέλαιο φαίνεται στο γράφημα που ακολουθεί - ενώ η ήττα κατά κράτος του κ. Putin, την οποία είχαμε προβλέψει αναλύοντας τα οικονομικά μεγέθη της χώρας (άρθρο), μετά την επίθεση των Η.Π.Α. στην Αχίλλειο πτέρνα της χώρας του, είναι δυστυχώς δεδομένη

Φυσικά δεν ικανοποιεί απολύτως κανέναν, αφού είναι το αποτέλεσμα της τρομακτικής επίθεσης της αγέλης των κερδοσκόπων οι οποίοι φαίνεται πως, κατευθυνόμενοι από τις Η.Π.Α. στο στόχο που επιλέγεται, μπορούν να προκαλέσουν θανατηφόρα προβλήματα στα θύματα τους - πόσο μάλλον σε πολύ μικρότερα και ασθενέστερα, με δεδομένο τον τεράστιο υπόγειο πλούτο της Ρωσίας, τα υγιή οικονομικά της μεγέθη, το ελάχιστο δημόσιο χρέος της (μόλις 13,41% του ΑΕΠ της), τα εξαιρετικά υψηλά συναλλαγματικά της αποθέματα κοκ. 

Δυστυχώς υπολογίζεται πως η Ρωσία, τα δημόσια έσοδα της οποίας προέρχονται κατά 50% περίπου από τις εξαγωγές πετρελαίου και φυσικού αερίου, έχει ανάγκη από μία τιμή της τάξης των 107 $ ανά βαρέλι για να είναι ισοσκελισμένος ο προϋπολογισμός της - όταν η τιμή κατευθύνεται πλέον προς τα 30-40 $, με αποτέλεσμα να οδηγηθεί σε τεράστια ελλείμματα. 

Η χώρα δεν είναι φυσικά ο μοναδικός χαμένος - αφού ανάλογα προβλήματα έχουν παρουσιαστεί και στις υπόλοιπες αναπτυσσόμενες/αναδυόμενες οικονομίες του πλανήτη. Ειδικά στη Βενεζουέλα, στην Ταϊλάνδη, στη Βραζιλία, στην Τουρκία και στην Ινδονησία, οι οποίες βιώνουν την πτώση των χρηματιστηρίων ή/και των νομισμάτων τους, καθώς επίσης την άνοδο των επιτοκίων δανεισμού τους. 

Τα ομόλογα της Βενεζουέλας έπεσαν στα 40 Σεντ, το νόμισμα της Ινδονησίας σημείωσε το χαμηλότερο ύψος του από το 1998, όπου χρεοκόπησε ολόκληρη η περιοχή, η τουρκική λίρα υπέστη απώλειες πάνω από 3%, ενώ το χρηματιστήριο της Ταϊλάνδης σχεδόν κατέρρευσε. 

Εάν η πτώση της τιμής του πετρελαίου συνοδευτεί από την άνοδο των βασικών επιτοκίων των Η.Π.Α., για την οποία έχει προειδοποιήσει η Fed στο παρελθόν, με αποτέλεσμα να ενταθούν οι εκροές κεφαλαίων από όλες τις αναπτυσσόμενε οικονομίες, η κατάσταση τους θα γίνει εφιαλτική. 

Πόσο μάλλον όταν η στήριξη των νομισμάτων τους απαιτεί την αύξηση και των δικών τους βασικών επιτοκίων, με αποτέλεσμα όμως να προκαλείται ύφεση - η οποία, όπως πολύ καλά γνωρίζουμε από την Ελλάδα, βυθίζει μία χώρα σε έναν καθοδικό σπειροειδή κύκλο αυξάνοντας την ανεργία, μειώνοντας το ΑΕΠ, οδηγώντας τις επιχειρήσεις στη χρεοκοπία κοκ. 

Τα αμερικανικά όπλα μαζικής καταστροφής 

Η χθεσινή επίθεση στη Ρωσία, η οποία δεν έχει ακόμη κορυφωθεί, άφησε άφωνο τον πλανήτη - τεκμηριώνοντας πως ο συνδυασμός των κυρώσεων εκ μέρους των Η.Π.Α., τους οποίους υιοθετεί θέλοντας ή μη η Ευρώπη, με τις τιμές του πετρελαίου, καθώς επίσης με τις επιθέσεις της αγέλης των αμερικανών κερδοσκόπων που συμπαρασύρουν όλους τους υπόλοιπους, είναι θανατηφόρος. 

Όταν μία χώρα όπως η Ρωσία, με τεράστια κυριολεκτικά συναλλαγματικά αποθέματα, (γράφημα), δεν μπορεί να προστατεύσει το νόμισμα της από την ελεύθερη πτώση, παρά το ότι η κεντρική της τράπεζα δαπανάει τεράστια ποσά, τότε δεν μπορεί καμία άλλη στον πλανήτη να νοιώθει ασφαλής - ούτε η Κίνα, παρά την αναμφίβολη ισχύ της

Από το προηγούμενο γράφημα διαπιστώνεται πως η Ρωσία δαπάνησε σχεδόν 90 δις $ μέσα σε ένα έτος για να στηρίξει το ρούβλι, χωρίς καμία ουσιαστικά επιτυχία - γεγονός που έχει οδηγήσει ακόμη και την αντιπολίτευση της Ιταλίας, η οποία τοποθετείται σύσσωμη υπέρ της υιοθέτησης της λιρέτας, να σκεφθεί ξανά εάν είναι λογική μία τέτοια ενέργεια. 

Περαιτέρω, οι χθεσινές εξελίξεις τεκμηρίωσαν επίσης το πόσο επικίνδυνη είναι μία λαβωμένη υπερδύναμη, η οποία θα μπορούσε να κάνει τα πάντα για να διατηρήσει την ηγετική της θέση στον πλανήτη - παρά τα υπερβολικά δίδυμα ελλείμματα και τα τεράστια χρέη της, δημόσια και ιδιωτικά. 

Εκτός αυτού, με την κεντρική τράπεζα του Μεξικού να επεμβαίνει για πρώτη φορά μετά από τρία σχεδόν χρόνια στην αγορά συναλλάγματος για να στηρίξει το νόμισμα της, καθώς επίσης με την αντίστοιχη της Νιγηρίας να έχει αυξήσει το βασικό της επιτόκιο στο 13%, κατανοεί κανείς τη σημασία της πτώσης της τιμής του πετρελαίου για μία σειρά παραγωγών - ενώ οι κεντρικές τράπεζες της Μαλαισίας, της Σιγκαπούρης και των Φιλιππίνων πούλησαν επίσης μαζικά δολάρια, για να στηρίξουν τα νομίσματα τους, παρά το ότι δεν εξαρτώνται οι οικονομίες τους από το πετρέλαιο. 

Συνεχίζοντας, δεν θα είναι πλέον καθόλου εύκολο για τη Ρωσία να χρηματοδοτηθεί από τις παγκόσμιες χρηματαγορές, αφού τα επιτόκια των δεκαετών ομολόγων της σε δολάρια έφτασαν στο 8,23% - όταν τα αντίστοιχα στην Ελλάδα, η οποία ευρίσκεται ξανά στο μάτι του κυκλώνα, υποψήφια χρεοκοπίας και εξόδου από την Ευρωζώνη, είναι «μόλις» στο 8,93%. 

Την ίδια στιγμή οι μετοχές των μεγάλων τραπεζών της Ρωσίας έχασαν επίσης σημαντικό μέρος της αξίας τους, υπενθυμίζοντας στους Ρώσους ξανά τη δεκαετία του 1990, όταν η υποτίμηση του νομίσματος τους κατέληξε σε έναν ανεξέλεγκτο πληθωρισμό - όπου, μεταξύ άλλων, οι πάσης φύσεως εισαγωγές γίνονταν μόνο με πληρωμές μετρητοίς. 

Προ των πυλών του κραχ 

Όπως έχουμε αναφέρει επανειλημμένα, η πτώση των τιμών των εμπορευμάτων, πόσο μάλλον σε συνδυασμό με την κατάρρευση των νομισμάτων, στα πλαίσια του συναλλαγματικού πολέμου που διεξάγεται σήμερα, είναι ο προάγγελος των χρηματιστηριακών κραχ - για τα οποία υπάρχουν πολλές προειδοποιήσεις, από την αρχή του έτους. 

Ενδεχομένως δε το κραχ να έχει ήδη ξεκινήσει από την Παρασκευή, αφού οι περισσότεροι δείκτες συνέχισαν από την αρχή της εβδομάδας την καθοδική τους πορεία - με απώλειες που ξεπέρασαν το 2% σε πολλά σημαντικά χρηματιστήρια. Το ίδιο συνέβη με το ναυτιλιακό δείκτη Baltic Dry, ο οποίος γράφει καθημερινά απώλειες. 

Στα πλαίσια αυτά, με δεδομένη τη σύνδεση του εξαιρετικά προβληματικού τραπεζικού κλάδου της Ευρώπης με τις αναπτυσσόμενες οικονομίες, ειδικά με αυτές της Λατινικής Αμερικής, θα μπορούσαν να συμβούν τα πάντα - όταν εμείς οι Έλληνες ονειρευόμαστε πως έχουμε τη δυνατότητα να αντιμετωπίσουμε μόνοι μας το χρηματοπιστωτικό τέρας, το οποίο έχει εντελώς αποθρασυνθεί μετά το ξεκίνημα της δεύτερης εποχής της παγκοσμιοποίησης (1990). 

Ολοκληρώνοντας υπενθυμίζουμε ότι, η πρώτη εποχή της παγκοσμιοποίησης, η οποία ξεκίνησε λίγο πριν το 1900, τελείωσε με τον 1ο Παγκόσμιο Πόλεμο - κάτι που ελπίζουμε πως θα αποφευχθεί σήμερα, εάν επιλεγεί ήρεμα μία μερική αποπαγκοσμιοποίηση, πριν είναι ακόμη πολύ αργά. 

Πηγή : analyst.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.